ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΑΝΤΟΥΑΝΕΤΤΑΣ ΑΓΓΕΛΙΔΗ

5 Δεκ.

ΡΑΒΟΝΤΑΣ ΟΝΕΙΡΑ

ΣΕ ΜΙΑ ΚΟΡΔΕΛΑ

Μια συζήτηση της Αντουανέττας Αγγελίδη

με το Γιάννη Φραγκούλη

 

Η γνωριμία μου με την Αντουανέττα Αγγελίδη διαρκεί πολλά χρόνια. Παρακολουθώ τη δουλειά της, κυρίως την κινηματογραφική, και κάθε φορά η συνομιλία μαζί της είναι μια γόνιμη ευχαρίστηση, ένα μοίρασμα απόψεων, γνωμών, ιδεών, μια ευκαιρία να μάθω ακόμα περισσότερα. Η Αντουανέττα Αγγελίδη νομίζω ότι μπορεί να τοποθετηθεί στην απόλυτη πρωτοπορία του εικαστικού χώρου, στον οποίο θα πρέπει να εντάξουμε και τον κινηματογράφο, στο συμπαγές πεδίο του Ενιαίου Παραστατικού χώρου. Η τελευταία δουλειά της, η οποία παρουσιάστηκε στην Γκαλερί Χώρος18, στη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, από τις 2 Νοεμβρίου 2012. Στην Ενιαία Παράσταση συμμετέχει ο θεατής, δημιουργώντας ένα τελικό κείμενο, ολοκληρώνοντας τη διάδραση, όπου εδώ αποκτά όλο το νόημα της. Στη συνέντευξη που ακολουθεί είχαμε την ευκαιρία να αναλύσουμε αυτά τα θέματα.

Ποιητική σκηνή, ονειρική.

Ποιητική σκηνή, ονειρική.

Πως γεννήθηκε η ιδέα αυτής της εγκατάστασης και του τίτλου, «Ράβοντας χωρίς κλωστή».

Ήταν μια πρόταση της Ρένας Παπασπύρου και του Σταύρου Παναγιωτάκη (Χώρος 18-Θεσσαλονίκη). Είχα στο νου μου ένα διάλογο μεταξύ στιγμών από τις ταινίες μου. Κάνοντας δοκιμές in situ ξαφνιάστηκα με το ενδιαφέρον αποτέλεσμα, όταν οι προβολές έπεφταν πάνω σε προβληματικά σημεία του χώρου. Στις ανωμαλίες της οροφής και τις κολώνες που διασπούσαν τον ενιαίο χώρο. Οι εικόνες έσπαγαν, χάνοντας την αυστηρή δομή της σύνθεσής τους. Κι αν είναι αυστηρή η σύνθεσή τους! Παράγονταν φανταστικές και πραγματικές νέες διαστάσεις. Ακολούθησα αυτό που μου φανερωνόταν και δούλεψα με τον πολλαπλασιασμό της ήδη διευρυμένης ετερογένειας και την συνδυαστική αφήγηση των επί μέρους στοιχείων, που στηρίζουν εδώ και 40 χρόνια τη δουλειά μου, περιλαμβάνοντας αυτή τη φορά τον πραγματικό τρισδιάστατο χώρο.

Ο τίτλος λέγεται «Ράβοντας χωρίς κλωστή». Γιατί χωρίς κλωστή; Βλέπουμε εδώ ότι υπάρχει ένας αφηγηματικός ιστός ανάμεσα στις ταινίες, ο οποίος μπορεί να είναι αδιόρατος μερικές φορές ή να το φτιάχνει ο ίδιος ο θεατής που το βλέπει. Γιατί λοιπόν «χωρίς κλωστή»;

Οι λούπες που αποτελούν τη σύνθεση είναι διαφορετικής διάρκειας. Συνεπώς οι αφηγήσεις που κρυσταλλώνονται μια στιγμή, δεν θα ξαναβρίσκονται εκεί συστηματικά μια άλλη στιγμή. Η προβαλλόμενη σύνθεση συνεχώς διαφοροποιείται. Ο διάλογος μεταξύ των ταινιών – του χώρου και του θεατή συνεχώς μεταβάλλεται. Δεν υπάρχει μίτος της Αριάδνης, μία αφηγηματική γραμμή, αλλά συνεχώς μεταβαλλόμενες αφηγηματικές γραμμές, που παράγονται στην πορεία του τυχαίου. Θα μπορούσε λοιπόν, να πει κανείς ότι ο τίτλος αντανακλά τον πολύπλοκο και συνεχώς διαφοροποιούμενο διάλογο που πραγματοποιεί αυτό το έργο.

Το όνειρο που μπορεί να μας μιλήσει για την πραγματικότητα.

Το όνειρο που μπορεί να μας μιλήσει για την πραγματικότητα.

Υπάρχει όμως και μια άλλη ιστορία, που πάει 35 χρόνια πίσω, στα 1977, όταν παίχτηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, η ταινία μου «Idees fixes/Dies irae» («Παραλλαγές στο ίδιο θέμα»). Το παραξένισμα που προξένησε σε θεατές και κριτικούς, οδήγησε κάποιον κριτικό να θελήσει να την απαξιώσει γράφοντας πως «η Αγγελίδη ράβει χωρίς κλωστή». Η αλήθεια είναι πως ο κάθετος διάλογος των επιμέρους στοιχείων της απαγορεύει τις γραμμικές αναγνώσεις.

Περνώντας όμως τα χρόνια, κατάλαβα πως αυτή η φράση ήταν ένας πολύ μεγάλος έπαινος. Πάντα δούλευα τα τραύματά μου, ακόμα κι όταν δεν ήξερα τι κάνω. Έπαιρναν άλλες διαστάσεις, εκπλήττοντάς με. Έτσι ξαφνικά φέτος θυμήθηκα αυτή τη φράση. Ήταν ο σωστός τίτλος για το πείραμα που επιχειρούσα.

«Ράβοντας χωρίς κλωστή» για να ενσωματώνω τους ανθρώπους χωρίς χρονικούς και τοπικούς περιορισμούς σε μια πρωτότυπη σύνθεση που στοχαζόταν πάνω στην ίδια τη δουλειά μου. Εξάλλου απ’ τον περσινό χειμώνα είχε αρχίσει να γίνεται όλο και πιο επιτακτικό να δουλέψω πάνω στη δουλειά μου σαν να ήμουνα άλλος άνθρωπος. Μια πρώτη απόπειρα αυτού του είδους ήταν όταν το 2008 έφτιαξα μαζί με τη Ρέα Βαλτέν, το «Ritual 121280», πάνω στο υλικό του ανεμφάνιστου φιλμ μου του 1980 που τόλμησα να κατεβάσω από το πατάρι μου. Ως εάν η κινηματογραφίστρια Α.Α. ήταν χαμένη και μια άλλη Α.Α. δούλευε ψύχραιμα πάνω στο έργο της.

Όσο για τις μετέπειτα επιβεβαιώσεις του τίτλου δεν ήταν υποχρεωτικά αναγκαίες. Ο ορισμός της τέχνης κατά Jacques Derrida ή ο ορισμός του σημαίνοντος κατά Lacan.

Μιλάμε ουσιαστικά για μια γλώσσα, βλέποντας όλη αυτή την κατασκευή. Να πούμε για αυτό που είπατε και εσείς για τις γωνίες, όπου προβάλλονται οι εικόνες, που διπλώνονται στα δυο. Έτσι δημιουργείται ένας διαφορετικός και τυχαίος ρυθμός και, μέσα από τους διαφορετικούς ρυθμούς των άλλων ταινιών, δημιουργείται η συνδιαλλαγή ενός λόγου που είναι ανάμεσα στο τυχαίο και στο προσδιορισμένο;

Βεβαίως είναι ανάμεσα στο τυχαίο και στο προσδιορισμένο. Αναμφίβολα. Ας δούμε συγκεκριμένα τις δύο κολόνες που προβάλλω επάνω τους κάτι που στην οθόνη είναι ενιαίο και εδώ γίνεται τέσσερα κομμάτια. Πέφτει πάνω σε δυο πεσσούς που έχουν έναν όγκο, φτιάχνουν δυο γωνίες και ένα κενό. Έτσι εκεί που υπάρχει κενό η εικόνα φεύγει και πέφτει πιο πίσω. Ο χώρος φτιάχνει μια καινούργια σύνθεση. Κανείς δεν βλέπει την ταινία «Κλέφτης ή η πραγματικότητα» (2001), ή τον «Τόπο» (1985) ή το «Idees fixes/Dies irae»  (1977). Βλέπει κάποια κομμάτια από τις εικόνες αυτών των ταινιών, με κενά ανάμεσά τους, τα οποία παράγονται από τον αρχιτεκτονικό χώρο.

Το στοιχείο του κενού και του γεμάτου είναι ένα εργαλείο το οποίο μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει ανάλογα με το μέσο που δουλεύει. Αλλιώς δουλεύουμε το κενό και το γεμάτο στον κινηματογράφο, αλλιώς στη ζωγραφική, αλλιώς στην αρχιτεκτονική. Υπάρχουν σαν έννοιες που τις αντιμετωπίζει διαφορετικά η κάθε τέχνη από αυτές. Όταν έχουμε κομμάτια από ταινίες προβεβλημένα σε περίπλοκους αρχιτεκτονικούς χώρους, αυτό που βλέπουμε είναι μια νέα πολυμεσική σύνθεση, που παράγει, μπορεί να πει κανείς, μια νέα γλώσσα. Είναι μια άλλη γλώσσα, δεν είναι ούτε μόνο κινηματογράφος, ούτε μόνο αρχιτεκτονική.

Το πραγματικό που αναδύεται από το ονειρικό.

Το πραγματικό που αναδύεται από το ονειρικό.

Όπου η κάθε γλώσσα έχει το δικό της συντακτικό και γραμματική.

Ναι, αλλά αυτά τα πράγματα είναι πολύπλοκα για να οριστούν. Πάντως το μελετάς για κάθε διαφορετικό χώρο απ’ την αρχή, για να φτιάξεις αυτή την καινούργια γλώσσα των εικόνων και των αρχιτεκτονικών μελών, σε συνδυασμό.

Είπαμε προηγουμένως για το τυχαίο και το προσδιορισμένο. Εδώ όμως έχουμε και κάτι άλλο, θεωρώντας ένα κομμάτι μόνο της εγκατάστασης, μπαίνει μέσα ο θεατής και πίσω του υπάρχει ένας προβολέας, ένας δεύτερος που προβάλλει στο βάθος μια εικόνα. Ο θεατής βλέπει την εικόνα που προβάλλεται, μια άλλη εικόνα δεξιά και βλέπει και τη σκιά του. Είναι και η οντότητά του, αυτός ο ίδιος ο θεατής. Υπάρχουν, σε μορφή γλώσσας, τα σημαίνοντα που είναι τα αφηγηματικά κομμάτια των ταινιών, τα αρχιτεκτονικά μέλη, η σκιά που εντάσσεται και η οντότητα του θεατή. Αυτός, αυτή τη στιγμή, νομίζω, γίνεται αναγνώστης αυτού του κειμένου που βλέπει και το οποίο παράγεται εκείνη τη στιγμή.

Είναι αναγνώστης, αλλά είναι και μέλος του έργου, εκτός από αναγνώστης. Η σκιά του, επεμβαίνοντας πάνω στις εικόνες, παράγει μια νέα εικόνα. Δηλαδή η πορεία του κάνει πιο πολύπλοκη την ίδια τη γλώσσα. Ο θεατής σαν οντότητα και σα σκιά. Υπήρξαν θεατές που ξάπλωσαν πάνω στα γράμματα που είναι γραμμένα στο πάτωμα. Λέξεις, χωρίς κενό μεταξύ τους, ένα τεράστιο φίδι, κορδέλα που ξεκινάει απ’ την κορυφή ενός τοίχου, τον κατεβαίνει ολόκληρο, διασχίζει όλο το πάτωμα της γκαλερί, φτάνει στον απέναντι τοίχο, τον ανεβαίνει ως επάνω ενώνοντας την πρώτη με την τελευταία ταινία, έχοντας διασχίσει όλη την γκαλερί. «Ξαπλώνω σ’ αυτή την παραλία», είπε.

Θεατές περιπατητές, που κανείς δεν τους ορίζει πορεία και χρόνο ανάγνωσης. Σε άλλη στιγμή, σε άλλη πορεία θα συναντήσουν μια άλλη σύνθεση. Μια περιπατητής αυτού του έργου είπε «αισθάνθηκα ελεύθερη, το έργο δεν δέσμευε την ελευθερία μου. Ήταν εμπειρία απελευθερωτική και ταυτόχρονα βαθειά συγκινητική». Τι μεγαλύτερος έπαινος!

Δηλαδή πάμε από τον απλό θεατή σε αυτόν που είναι αναγνώστης αυτού του διαδραστικού κειμένου που βλέπει αυτή τη στιγμή, για να καταλήξουμε στο θεατή που είναι συνδημιουργός του κειμένου.

Είναι δράστης, μπορεί να γίνει συνδημιουργός. Είναι μια κυριολεξία της διάδρασης. Μερικές φορές χρησιμοποιούμε τη λέξη «διάδραση» αρκετά συμβατικά. Εδώ πρόκειται για κάτι κυριολεκτικό. Ο θεατής ενεργεί ως συνδημιουργός. Μπορεί να αλλάξει το έργο με τη συμμετοχή του.

Αυτό θα μπορούσε να ήταν ένα όνειρο. Πηγαίνοντας στην ταινία σας, «Όνειρο ή πραγματικότητα», εδώ θα μπορούσε να λειτουργήσει με την ψυχαναλυτική έννοια του όρου της αφήγησης ο θεατής. Έχετε παρατηρήσει σε κάποιους θεατές ότι έχουν βρει κάποια στοιχεία από τον εαυτό τους, να κάνουν ανάλυση χαρακτήρα, βλέποντας όλη αυτή την εγκατάσταση;

Κοιτάξτε, με ξέρετε αρκετά χρόνια. Η πρώτη ύλη μου είναι τα όνειρα απ’ τη μια μεριά και η ιστορία της τέχνης απ’ την άλλη. Εδώ και 25 χρόνια στα σημειωματάρια δίπλα στο κρεβάτι μου σημειώνω και σκιτσάρω όνειρα. Ακόμα και σ’ αυτή την έκθεση ζωγράφισα σε μεγάλο μέγεθος ένα σκίτσο 3 εκατοστών από ένα σημειωματάριο. Όσο δε από την προαναγεννησιακή και αναγεννησιακή ζωγραφική παίρνω στοιχεία που επανασυνθέτω. Αυτό γίνεται χωρίς ποτέ να αναπαράγω πίνακα ή να κάνω χρήση δυσδιάστατης εικόνας.

Αλλά αυτό που είναι σημαντικότερο είναι ότι ο τρόπος σύνθεσης των εικόνων αυτών στηρίζεται στο μηχανισμό σχηματισμού των ονείρων. Στον τρόπο που όλοι μας φτιάχνουμε στον ύπνο μας τα όνειρά μας, πράγμα που δεν έχει καμία σχέση με τα όνειρα του ξύπνιου ή τη βιομηχανία των ονείρων.

Φτάνοντας λοιπόν στο θεατή πιστεύω πως ενσωματώνει κομμάτια απ’ τις ταινίες. Τα ενσωματώνει, τα μορφοποιεί, τα διαμορφώνει όπως χρειάζεται σ’ αυτόν. Απορροφά συνειδητά ή ασυνείδητα, νοητικά και συναισθηματικά. Και πως σίγουρα δεν χρειάζονται γνώσεις, παρά μόνο διαθεσιμότητα για την ώσμωση με το έργο.

Όταν έχουμε περισσότερο από ένα θεατή, βλέπετε ότι μπορούν να παράγονται περισσότερο από μια γλώσσες, δηλαδή να έχουμε ένα σύμπαν γλωσσικό, ιδιολέκτων και, κατά συνέπεια, ένα σύμπαν αφηγήσεων; Πως αυτό το σύμπαν θα λειτουργήσει όταν βρίσκεται ένας θεατής σε διάδραση με άλλους θεατές;

Πιστεύω πως κάθε θεατής, όπως κάθε άνθρωπος είναι μια προσωπική, ιδιόμορφη και ιδιαίτερη σύνθεση. Ένας συνδυασμός φύλου, ηλικίας, θρησκείας, κοινωνικής θέσης. Αυτό που προσλαμβάνει ο καθένας είναι η προσωπική του υπόθεση.

Επηρεάζεται, όμως, ο ένας θεατής από τον άλλον, μέσα από τη δράση των σωμάτων;

Αυτό εξαρτάται. Πιθανόν.

Θα θέλατε να μας μιλήσετε για τα καινούργια σχέδιά σας;

Έχω σχέδια για δυο ταινίες. Μία τη σχεδιάζω εδώ και 14 χρόνια. Η άλλη είναι πιο πρόσφατο σχέδιο. Απ’ την άλλη επιθυμώ να δουλέψω σε αρχιτεκτονικούς χώρους με τα ήδη υπάρχοντα υλικά μου. Είναι σαν τα παλιά, αγαπημένα ρούχα που ξαναφοράμε.

Για να δείτε το βίντεο της περιήγησης στη Πρφόρμανς, στο χώρο της Γκαλερί πηγαίνετε εδώ

 

Σχολιάστε